Η
παραβολή των ταλάντων είναι λίγο πολύ γνωστή: «….άνθρωπος αποδημών εκάλεσε τους ιδίους δούλους….».
Κάποιος που έφευγε
για μακρινό ταξίδι, κάλεσε τους δούλους του και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του,
στον καθένα ανάλογα με τις δυνάμεις του. Σε κάποιον έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον
δύο και σε κάποιον άλλον ένα τάλαντο.
Όταν, μετά από πολύ καιρό, επέστρεψε από το
ταξίδι του, κάλεσε τους δούλους του και τους ρώτησε τι είχαν πράξει με ό,τι τους
έδωσε. Αυτός που είχε πάρει τα δέκα τάλαντα του είπε ότι τα επένδυσε, δούλεψε
και τα διπλασίασε. Το ίδιο και αυτός που είχε πάρει τα δύο τάλαντα. Και τους δύο,
ο κύριός τους τούς επαίνεσε και τους είπε ότι μπορούν στο εξής να συμμετέχουν
στην Χαρά του. Ο τρίτος, αυτός που πήρε το ένα τάλαντο, απάντησε στον κύριό
του: «Κύριε, επειδή ξέρω ότι είσαι
άνθρωπος σκληρός, το τάλαντο που μου έδωσες έσκαψα στην γη και το έθαψα και,
τώρα που ήλθες, το ξέθαψα και νάτο, στο δίνω πίσω». Το τι άκουσε ο δούλος αυτός
από τον αφέντη του, δεν λέγεται: «Πονηρέ δούλε και οκνηρέ….» του
είπε, «….αν με θεωρείς σκληρό άνθρωπο,
δεν εμπόρειες τουλάχιστον να βάλεις το τάλαντο σε καμία τράπεζα για να
τοκίζεται;….» (τότε δεν υπήρχαν ούτε τα capital controls, ούτε ο κίνδυνος απώλειας
των μικροκαταθέσεων) ….. «πάρτε από αυτόν τον αχρείο το τάλαντο
και δώστε τον σε αυτόν που έχει τα δέκα και επειδή δεν μπορώ να τονε βλέπω και
μου γυρίζουνε τα’ άντερα, ρίξτε τον εις
το σκότος το εξώτερον· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων».
Με την παραβολή αυτή ο
Ιησούς δεν θέλησε, βεβαίως, να δώσει χρηματιστηριακές συμβουλές! Σε κοινωνικό
επίπεδο, η παραβολή καταδεικνύει ότι τα χαρίσματα,
οι «δυναμικές» ατόμων και κοινωνιών είναι
προορισμένα να αναπτύσσονται, να προοδεύουν και οι κάτοχοί τους πρέπει να
γρηγορούν συνεχώς, να μην εφησυχάζουν. Γιατί τίποτε απ’ ό,τι τους χαρίστηκε δεν είναι δικό τους. «Δανεικό» είναι,
από τους προηγούμενους, που θέλουν να δουν ό,τι παρέδωσαν να πολλαπλασιάζεται
και από τους επόμενους, που κάποτε θα μετρήσουν τι τους παραδώσαμε. Σκληρός
αφέντης, τιμωρός κριτής όλων μας, η
Ιστορία.
Η
δική μου γενιά, παρέλαβε την Φιλαρμονική
σαν ένα υποτιμημένο τάλαντο και ήδη θαμμένο. Τα προηγούμενα
χρόνια, κάποιοι που αδυνατούσαν να
θεωρήσουν τους εαυτούς τους δούλους της ληξουριώτικης κοινωνίας, έθαψαν την
Φιλαρμονική όσο πιο βαθειά μπορούσαν και δήλωσαν ότι έτσι την συντηρούν, για να
την βρουν οι επόμενοι, αρκεί κανείς και
ποτέ να μην την ξεθάψει. Στο σημείο
ταφής έφτιαξαν μια παράγκα σε ύφος ροκοκό, που την αποκάλεσαν «Φιλαρμονική των
70 ατόμων».
Έκτοτε, κάποιοι «επικίνδυνοι» ή «θεόζουρλοι», προσπαθούμε να γκρεμίσουμε την κιτς
παράγκα, να σκάψουμε, να βρούμε αυτό το κατακαημένο το τάλαντο, να το
πολλαπλασιάσουμε, να το «κυκλοφορήσουμε», να το κάνουμε ξανά κτήμα και στήριγμα
της ληξουριώτικης κοινωνίας. Έτσι καθώς μας ετάγη από προηγούμενους και
επόμενους. Έτσι καθώς διατάσσει η αιτία ύπαρξης της Φιλαρμονικής Σχολής
Ληξουρίου.
Κάθε
φορά όμως, μα κάθε φορά, που κάτι καταφέρνουμε, έρχονται κάποιοι «λογικοί» και θυμούνται
ότι
«το τάλαντο πρέπει να μείνει θαμμένο. Το μεγάλο μας δημιούργημα (η ροκοκό
παράγκα) πρέπει να μείνει στην θέση της».
Και αρχίζουν τους θρήνους για «τους επικίνδυνους
που θέλουν να κλείσει η Φιλαρμονική» και για τις «προσπάθειες» τους να
συντηρηθεί το σωματείο, έτσι όπως τους αρέσει:
θαμμένο, μουμιοποιημένο. Καμία σκέψη για πρόοδο ή, έστω για συνέχεια. Μόνο
τους ενδιαφέρον το να μείνει η Φιλαρμονική, στα μέτρα που την θέλουν. Τα μέτρα της
«φιλαρμονικούλας» μιας κακόμοιρης πόλης – χωριού, κάτι μεταξύ Κ.Α.Π.Η. και εκδρομικού συλλόγου.
Στους φίλους αυτούς, το
λέω για μια φορά ακόμα: Μπορεί να βολεύει
την ματαιοδοξία ή τον εγωισμό του καθένα μας η παραμονή της Φιλαρμονικής σε
κατάσταση «παραδοσιακής ατραξιόν», η
Ιστορία όμως γράφει. 180 περασμένα χρόνια μας βλέπουν κριτικά και
ανυπολόγιστα επόμενα μας κοιτούν απαιτητικά. Η ίδια η Ιδέα της Φιλαρμονικής Σχολής Ληξουρίου θα μας δικάσει όλους μας.
Και αλίμονο στους «πονηρούς και οκνηρούς
δούλους».
Σταματήστε επιτέλους αυτό το καταραμένο παιχνιδάκι κατά της Φιλαρμονικής