Το 1900 το Ληξούρι, λόγω του «σταφιδικού ζητήματος», βρίσκεται σε
οικονομική εξαθλίωση, που εγγίζει τα όρια του λιμού. Οι σελίδες της
Ληξουριώτικης εφημερίδας «Μύδρος» είναι γεμάτες από περιγραφές κατήφειας, δυστυχίας,
απογοήτευσης, απελπισίας.
Αλλά την 16/4/1900, ώρα «ενάτην εσπερινήν», η Φιλαρμονική Σχολή
Ληξουρίου αρχίζει τις «πλατείες» της! Ο συντάκτης του «Μύδρου» βιώνει μια
κατάσταση ποιητική. Και ποιητικά την περιγράφει! Λάμπουν ξαφνικά οι δύο
πλατείες μας. Σαν λουλουδιασμένη γλάστρα το Μαρκάτο, από τα φορέματα των «τρυφερών
πλασμάτων». Καταγοητεύει η Μουσική μας με την «μελιστάλακτον» μελωδία της.
Ας ξεπεράσουν κάποιοι τον φόβο τους μπροστά στην καθαρεύουσα και
διαβάστε αυτό το εξαιρετικό κείμενο.
Πιστεύω πως κι εσείς θα δείτε ότι δεν ταιριάζει η άρνηση της πραγματικής ζωής στα δύσκολα, σε εμάς, που «αξιωθήκαμε μια τέτοια πόλη».
Πιστεύω πως κι εσείς θα δείτε ότι δεν ταιριάζει η άρνηση της πραγματικής ζωής στα δύσκολα, σε εμάς, που «αξιωθήκαμε μια τέτοια πόλη».
Θα μου πείτε βέβαια: «Ποια πόλη αξιωθήκαμε; Ξηλώθηκαν οι δύο πλατείες
και αντικαταστάθηκαν από ένα γκρι μακρινάρι. Συντρίμμια το Μαρκάτο, αντικαταστάθηκε με «ένα θέατρο».
Γέρασαν και έφυγαν και τα τρυφερά πλάσματα και αντικαταστάθηκαν με άλλα, σαφώς
σκληρότερα, των οποίων τα φορέματα δεν φαίνονται».
Δύναμαι λοιπόν να σας εγγυηθώ ότι το βασικό συστατικό αυτής της μαγικής
πόλης, υπάρχει ακόμα. Είναι ο ήχος της Μουσικής μας. Αυτός ο ίδιος ακριβώς
ήχος, που η Φιλαρμονική μας κήρυξε εκείνο το Απριλιάτικο βράδυ, έχει νικήσει
τον χρόνο και ακόμα ακούγεται, τουλάχιστον σε όποιον έχει κρατήσει καθαρή την
ψυχή του από τις προσχώσεις της παρακμής.
Ας ξεπεράσουν κάποιοι τον φόβο τους μπροστά στην ομορφιά της πόλης που
ζούμε και διαβάστε αυτό το κείμενο.